Άνοιξη Παρά Τέταρτο
Ανοιχτά Χαρτιά -Οδυσσέας Ελύτης
Δυο νέοι κοιτάζονται στα μάτια και κανείς τους δεν κατεβάζει τα βλέφαρα.Το αίμα μέσα στις φλέβες παίρνει έναν καινούριο δρόμο, αλλάζουν οι φωνές των αγοριών, τα στήθια των κοριτσιών σκληραίνουν και το μακρινό παθητικό τραγούδι της αγάπης τρέμει παραστρατημένο στις κυανές ανταύγειες ενός μισοξυπνημένου ορίζοντα..
Άνοιξη παρά τέταρτο! Σε λίγο, θα ανατείλει γυμνή στην αιχμή της αχτίδας της η πρώτη μαργαρίτα της τύχης.Λοξά, και στο πείσμα του ανέμου, που για αλλού ταξίδευε το σπόρο της, θα μπουκάρει μεσ' από δυο σκιστές μαλτεζόπορτες να σαλέψει κάτω απ' τα ρουθούνια της χειμωνιάς το κόκκινο μπαϊράκι της η φανατικιά παπαρούνα. Φωτιά, μαύρη φωτιά, χρυσή φωτιά, πόσες φορές δεν είπα να μη ζήσω παρά με το δεξί μου χέρι παραδομένο στη φλόγα σου!Πόσες φορές δεν είπα να μην περάσω παρά σα Θεός μέσα σε σας, κορίτσια, τη μούρλια των αηδονιών που ξημερώνονται σκαρφαλωμένα στα λοξά κατάρτια των πλωτών τους μπαχτσέδων!Κι όταν, μισομαυρισμένη από τις εσπερινές φωτιές, η καρένα της μέρας ακουμπάει γερτή από μεγαλείο στους βυθούς των δασών, είσαστε σεις πάλι που με φραουλιές ουρές μεταξωτών νυχτικών διαβαίνετε τα μετέωρα δώματα τραγουδώντας παθητικά, τόσο που να στάζει μέλι δεντρολιβανιάς από την αντρική αγαλλίαση των άστρων.Κι όσο να ΄ρθει τ' αγιάζι λέω να μη βραχεί μαντίλι, να μην τρίξει κλαρί κανένα, μήπως και ξεπροβάλει άξαφνα ο ήλιος και με θαμπώσει κείνη η πολύ αινιγματική αστραπή που συνοδεύει τη μεγάλη φύση σε κάθε παίξιμο των βλεφάρων της.Όμως τρίζει το κλαρί κι ο ήλιος ξεπροβέλνει και τα χάνω βλέποντας τη διαύγεια της φωνής σας ολόστρωτη από ροδώνες απέραντους, γεμάτους σφεντόνες πουλιών και βουές από νύφες μέλισσες.Ναι ναι, διψάει ο κόσμος, κι εσείς, που κατά βάθος ακούτε με την καρδιά κι οσφραίνεστε με τα μάτια, ξέρετε για τι πράγμα διψάει και ρίχνετε άξαφνα στον αέρα μια λέξη μόνο, αλλά μια λέξη που σημαίνει όλα τα πράγματα της γης αυτής που λατρεύουμε και λέμε να μην την εγκαταλείψουμε ποτέ. Η λέξη αυτή _αγάπη! αγάπη! αγάπη!_φωτοβολώντας με μυριάδες πρίσματα μια στιγμή ευτυχίας που η τύχη θα παίρνει κάθε φορά για να τη χαρίζει σε δυο πάντοτε καινούριους ανθρώπους, ρίχνεται με ριπές ουράνιας τραμουντάνας πάνω από στέγες και σύννεφα.Και καθώς την παίρνουν τα βουνά, στέλνοντας ένα σ' άλλο την αστείρευτη γοητεία της, είναι οι καμπάνες πια που χαιρετάνε κι οι γερανοί και τα πελαργόνια που πετάνε συνοδεύοντας έναν παντοτινά αναγνωρισμένο τους σύμμαχο κι οι φτέρες που ανατριχάνε στυλωμένες στις μύτες των ποδιών τους όσο να περάσει ο σάλος και να καταλαγιάσουν οι καρδιές. Σ' όλες τις χώρες, από τα καμπαναριά και τους εξώστες ως τις πιο ψηλές διχάλες των δέντρων, ο κόσμος βγαίνει σα σε γιορτή να χαιρετήσει το απίστευτο ταξίδι.Αγάπη! Αγάπη!Παιδιά και γερόντοι όσοι πέρασαν κι όσ' είναι να περάσουν από τα μεράκια της, βγαίνουν με το δεξί χέρι πάνω απ' τα μάτια σα να κυνηγάνε χαρταετούς ή να βλέπουν την ίδια τη ζωή τους πυκνή από καημούς και όνειρα να σχίζει αψηλά τους αιθέρες...Αγάπη! Αγάπη!Και τ' ανυπόμονα πλάσματα βροντάνε το πόδι τους, και το κορμί τους τραντάζει, έλασμα χτυπημένο πάνω από απέραντες στέρνες κρίνων και δροσιάς.Μα η΄φωνή _αγάπη! αγάπη πετάει και προχωράει ολοένα πάνω από τα ριγωτά χωράφια που μικραίνουν, πάνω από τα κυπαρίσσια που βυθίζονται μέσα στο χώμα Πάνω από τις πικροδάφνες που πνίγονται μες στα ποτάμια, πάνω από τους ανθρώπους που με μπράτσα τεντωμένα κι ανοιχτή αγκαλιά περιμένουν την ώρα που εσείς, κορίτσια, τεντώνεστε από έναν αόρατο μίσχο έτσι που να λυγίσει η μέση σας και να 'ρθει πιο κοντά στον ύπερο η χρυσόσκονη του γυμνού σας κορμιού.Να επινοήσω ένα φιλί άξιο να μεταμορφώνεται αδιάκοπα, ικανό να προικίζεται με τόσες αποχρώσεις, όσο γοργά μεταμορφώνεται κι όσες μυριάδες αποχρώσεις καταφέρνει να παίρνει στα χείλη..η γεύση του νεανικού κορμιού της γης_η αγιοσύνη του κόσμου.
Άνοιξη παρά τέταρτο! Σε λίγο, θα ανατείλει γυμνή στην αιχμή της αχτίδας της η πρώτη μαργαρίτα της τύχης.Λοξά, και στο πείσμα του ανέμου, που για αλλού ταξίδευε το σπόρο της, θα μπουκάρει μεσ' από δυο σκιστές μαλτεζόπορτες να σαλέψει κάτω απ' τα ρουθούνια της χειμωνιάς το κόκκινο μπαϊράκι της η φανατικιά παπαρούνα. Φωτιά, μαύρη φωτιά, χρυσή φωτιά, πόσες φορές δεν είπα να μη ζήσω παρά με το δεξί μου χέρι παραδομένο στη φλόγα σου!Πόσες φορές δεν είπα να μην περάσω παρά σα Θεός μέσα σε σας, κορίτσια, τη μούρλια των αηδονιών που ξημερώνονται σκαρφαλωμένα στα λοξά κατάρτια των πλωτών τους μπαχτσέδων!Κι όταν, μισομαυρισμένη από τις εσπερινές φωτιές, η καρένα της μέρας ακουμπάει γερτή από μεγαλείο στους βυθούς των δασών, είσαστε σεις πάλι που με φραουλιές ουρές μεταξωτών νυχτικών διαβαίνετε τα μετέωρα δώματα τραγουδώντας παθητικά, τόσο που να στάζει μέλι δεντρολιβανιάς από την αντρική αγαλλίαση των άστρων.Κι όσο να ΄ρθει τ' αγιάζι λέω να μη βραχεί μαντίλι, να μην τρίξει κλαρί κανένα, μήπως και ξεπροβάλει άξαφνα ο ήλιος και με θαμπώσει κείνη η πολύ αινιγματική αστραπή που συνοδεύει τη μεγάλη φύση σε κάθε παίξιμο των βλεφάρων της.Όμως τρίζει το κλαρί κι ο ήλιος ξεπροβέλνει και τα χάνω βλέποντας τη διαύγεια της φωνής σας ολόστρωτη από ροδώνες απέραντους, γεμάτους σφεντόνες πουλιών και βουές από νύφες μέλισσες.Ναι ναι, διψάει ο κόσμος, κι εσείς, που κατά βάθος ακούτε με την καρδιά κι οσφραίνεστε με τα μάτια, ξέρετε για τι πράγμα διψάει και ρίχνετε άξαφνα στον αέρα μια λέξη μόνο, αλλά μια λέξη που σημαίνει όλα τα πράγματα της γης αυτής που λατρεύουμε και λέμε να μην την εγκαταλείψουμε ποτέ. Η λέξη αυτή _αγάπη! αγάπη! αγάπη!_φωτοβολώντας με μυριάδες πρίσματα μια στιγμή ευτυχίας που η τύχη θα παίρνει κάθε φορά για να τη χαρίζει σε δυο πάντοτε καινούριους ανθρώπους, ρίχνεται με ριπές ουράνιας τραμουντάνας πάνω από στέγες και σύννεφα.Και καθώς την παίρνουν τα βουνά, στέλνοντας ένα σ' άλλο την αστείρευτη γοητεία της, είναι οι καμπάνες πια που χαιρετάνε κι οι γερανοί και τα πελαργόνια που πετάνε συνοδεύοντας έναν παντοτινά αναγνωρισμένο τους σύμμαχο κι οι φτέρες που ανατριχάνε στυλωμένες στις μύτες των ποδιών τους όσο να περάσει ο σάλος και να καταλαγιάσουν οι καρδιές. Σ' όλες τις χώρες, από τα καμπαναριά και τους εξώστες ως τις πιο ψηλές διχάλες των δέντρων, ο κόσμος βγαίνει σα σε γιορτή να χαιρετήσει το απίστευτο ταξίδι.Αγάπη! Αγάπη!Παιδιά και γερόντοι όσοι πέρασαν κι όσ' είναι να περάσουν από τα μεράκια της, βγαίνουν με το δεξί χέρι πάνω απ' τα μάτια σα να κυνηγάνε χαρταετούς ή να βλέπουν την ίδια τη ζωή τους πυκνή από καημούς και όνειρα να σχίζει αψηλά τους αιθέρες...Αγάπη! Αγάπη!Και τ' ανυπόμονα πλάσματα βροντάνε το πόδι τους, και το κορμί τους τραντάζει, έλασμα χτυπημένο πάνω από απέραντες στέρνες κρίνων και δροσιάς.Μα η΄φωνή _αγάπη! αγάπη πετάει και προχωράει ολοένα πάνω από τα ριγωτά χωράφια που μικραίνουν, πάνω από τα κυπαρίσσια που βυθίζονται μέσα στο χώμα Πάνω από τις πικροδάφνες που πνίγονται μες στα ποτάμια, πάνω από τους ανθρώπους που με μπράτσα τεντωμένα κι ανοιχτή αγκαλιά περιμένουν την ώρα που εσείς, κορίτσια, τεντώνεστε από έναν αόρατο μίσχο έτσι που να λυγίσει η μέση σας και να 'ρθει πιο κοντά στον ύπερο η χρυσόσκονη του γυμνού σας κορμιού.Να επινοήσω ένα φιλί άξιο να μεταμορφώνεται αδιάκοπα, ικανό να προικίζεται με τόσες αποχρώσεις, όσο γοργά μεταμορφώνεται κι όσες μυριάδες αποχρώσεις καταφέρνει να παίρνει στα χείλη..η γεύση του νεανικού κορμιού της γης_η αγιοσύνη του κόσμου.
Ανοιχτά Χαρτιά -Οδυσσέας Ελύτης